Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

The Greatest




Χαμηλωμένα βλέμματα, βαριεστημένα συρτά βαδίσματα και ξέπνοες φωνές. 
''Ευχαριστούμε'', ''Παρακαλούμε'', ''Θα σας περιμένουμε''.
''Κι εγώ''.


Μια πόλη που βρίθει από σκουπίδια, τεράστια κακόγουστα γκράφιτι στους τοίχους νεοκλασικών και άτσαλα σουλουπωμένα σπίτια του '70. Ένα άθλιο σοβάντισμα εδώ, κακοβαμμένα κάγκελα πιο κει, πρόχειρα μερεμέτια σε τοίχους και μπαλκόνια και άλλα που η ανέχεια του ιδιοκτήτη δεν άφησε να ευοδωθούν.

Ευθύνες, λογαριασμοί και προθεσμίες.

Ετοιματζίδικα κακομαγειρεμένα κάτι-σαν-φαγητά του ποδαριού.

Παραπληροφόρηση, εξωραϊσμός, στρογγύλεμα του τέρατος στο χαρτί και στο γυαλί.

Μπαλατζάρισμα ισορροπιών και συμφερόντων.

Αβεβαιότητα και ένας κύριος χωμένος μέχρι τη μέση στον κάδο του στενακίου. 

Μαζικό, ταχύτατα εξαπλωνόμενο μη - αίσθημα πλήρους παράλυσης και η μοιρολατρική οιμωγή αυτών που, με τα χέρια να προσπαθούν να χωρέσουν μια νοερή ευμεγέθη σφαίρα κάπου στον ουρανό, έχουν υποστεί ''ανήκεστο βλάβη''.

Σκέψεις και μισές αρχές.



Εσύ. Αχ, εσύ.




Μια θλιβερή κανονικότητα.




Βαρέθηκες.



Θέλεις χαμόγελα, εσύ που δεν χαμογελούσες σχεδόν ποτέ, παρά μόνο σε στιγμές αμηχανίας και για να διασκεδάσεις τις εντυπώσεις, αποπροσανατολίζοντας τα επίμονα διερευνητικά βλέμματα που αποτολμούσαν να τρυπήσουν αδιάκριτα και με αυθάδεια την ανασφάλειά σου. 

Θέλεις τα ζεστά φρεσκομαγειρεμένα μαμαδίστικα φαγητά, από αυτά που ανακαλύπτεις συνταγές σε άκυρα μέρη του φυσικού και ηλεκτρονικού χωροχρόνου και φυλάς ευλαβικά μεταφρασμένες στο τετράδιό σου με τις πεταλούδες.

Θέλεις τη μυρωδιά του φρεσκοκομμένου καφέ, να χαριεντίζεται ξεδιάντροπα με εκείνη του χαρτιού ενός ανεξερεύνητου βιβλίου.

Θέλεις να σκέφτεσαι λιγότερο, να ανατέμνεις την πληγή με το αρρωστημένο βίτσιο του ιατροδικαστή λιγότερο. Πάει καιρός που χουφτώνεις τις πληγές σου με μια αξιοθαύμαστα συνεπή, περιοδική, τακτικότατη αυτιστική συναισθηματική εσωστρέφεια, όμοια, απαράλλαχτη με τον αρρωστημένο σαδισμό του δεκάχρονου που βασανίζει με πρόκες ανήμπορο σπουργίτι.

Θέλεις σχέδια για ταξίδια στην Πράγα, τη Δρέσδη, την Κρακοβία.

Θέλεις ταινίες του Κισλόφκι και μουσικές ονειροφαντασίες.

Θέλεις όνειρα για το αβέβαιο - και τι πειράζει; - μέλλον.



Θέλεις πίστη πως θα συμβούν.


Θέλεις αγκαλιές, φιλιά στο λαιμό και ανέμελες βόλτες στα σοκάκια της πόλης. Να χαζεύετε ανθισμένες αυλές, κιτς γκράφιτι που αγκαλιάζουν παρατημένα στραπατσαρισμένα νεοκλασικά και ουρανό.

Θέλεις τη γήινη μεστή μυρωδιά των νοτισμένων κίτρινων φύλλων, μεγάλων όσο μια παλάμη, στον περίβολο της εκκλησίας, που αναδύουν υπόκωφα φθινόπωρο και γονιμότητα. Είναι μεγάλα σαν παλάμες για να σε παίρνουν απ'το χέρι. 
Η' σαν να σου λένε ''κόλλα το''. 


Θέλεις να χαζέψεις τις αρχαίες ρωμαϊκές πέτρες με το δέος που σου υπαγορεύει το παρόν σου.

Να σεργιανίσεις μετά από δυο ποτήρια φτηνό κόκκινο κρασί τη φρεσκοσουρουπωμένη πόλη και να αφουγκραστείς τη ζωή, την αγωνία της, τον πυρετό σου.



Θέλεις.














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου